καρναλίτης

καρναλίτης
Ορυκτό που αποτελείται από διπλό ένυδρο χλωριούχο άλας του μαγνησίου και του καλίου με χημικό τύπο KCl·MgCl2·6H2O. Κρυσταλλώνεται στην ολοεδρία του ρομβικού συστήματος. Οι κρύσταλλοί του είναι σπάνιοι με ψευδοεξαγωνική, πυραμιδική μορφή. Όταν βρίσκεται σε καθαρή μορφή είναι άχρωμος έως λευκός· συνήθως όμως περιέχει προσμείξεις μικροσκοπικών λεπίων αιματίτη που του προσδίδουν κόκκινο χρώμα. Η αξία του εξαρτάται από το ποσοστό του καλίου που περιέχει. Έχει υαλώδη λάμψη, παρουσιάζει σκληρότητα 3 στην ορυκτολογική κλίμακα και ειδικό βάρος 1,6 gr/cm3. Όπως συμβαίνει και με πολλά άλλα άλατα θαλάσσιας προέλευσης, ο κ. παρουσιάζει τα πιο πλούσια κοιτάσματά του στην περιοχή της Στρασφούρτης της Γερμανίας. Από το νερό της πρώτης επεξεργασίας του κ. λαμβάνονται επίσης άλατα βρομίου, μαγνησίου και χλωρίου. Κρύσταλλοι καρναλίτη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • μαγνήσιο — Δισθενές χημικό στοιχείο με σύμβολο Mg· ανήκει στη δεύτερη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, στην υποομάδα των αλκαλικών γαιών, έχει ατομικό αριθμό 12, ατομική μάζα 24,312, τρία σταθερά ισότοπα με μαζικό αριθμό 24, 25, 26 και δύο… …   Dictionary of Greek

  • λιπάσματα — Φυσικές ή τεχνητές ουσίες, οι οποίες εφοδιάζουν τα γεωργικά εδάφη με τα απαραίτητα για την ανάπτυξη των φυτών λιπαντικά στοιχεία που αφαιρέθηκαν με τις διαδοχικές καλλιέργειες και συλλογές καρπών. Από τα γνωστά χημικά στοιχεία, μόνο δεκαπέντε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”